5 Μαΐου 2011

Σαρακατσάνικος Αργαλειός(Μπηχτός ή Γούρνας).

Ο τύπος του αργαλειού που χρησιμοποιούσαν οι Σαρακατσάνες λέγονταν μπηχτός ή αργαλειός της γούρνας. Όλες οι εργασίες από το διάλεγμα των κατάλληλων μαλλιών, πλύσιμο, ξάσιμο, λανάρισμα, γνέσιμο, ίδιασμα, τύλιγμα, μπελόνιασμα (πέρασμα των κλωστών στα μιτάρια και στο χτένι) και η ύφανση ήταν αποκλειστικά έργο των γυναικών.


Υπάρχουν επιστημονικοί συσχετισμοί, από ερευνητές, ότι ο παραπάνω αργαλειός είναι μια εξέλιξη του επίπεδου αρχαίου αργαλειού.


Πρώτον ο αργαλειός είναι μπηχτός για οικονομία των πλάγιων στηριγμάτων. Όπως συμβαίνει με τους μετακινούμενους αργαλειούς, εδώ βλέπουμε ότι παίρνουμε τέσσερις μικρούς κορμούς και τους μπήγουμε στο χώμα για σταθερότητα. Στους κορμούς αυτούς στηρίζονται τα εξαρτήματα του αργαλειού. Τα αντιά, το ξυλόχτενο, τα μιτάρια και τα καρέλια. Στα χρόνια της κλεφτουριάς ο αργαλειός αυτός στήνονταν μέσα σε σπηλιές και επειδή ο χώρος ήταν χαμηλός σε ύψος προφανώς αναγκάζονταν να σκάβουν μια γούρνα για να τον τοποθετήσουν και να μπορεί η γυναίκα να υφαίνει. Αλλά και αργότερα οι Σαρακατσάνοι όταν έκαναν τον αργαλειό μέσα σε κατάλυμα τους βόλευε η γούρνα γιατί ο τύπος του αργαλειού αυτού ήταν μικρότερος σε όγκο και άρα χρειαζόταν λιγότερα υλικά. Οι λόγοι που επέβαλλαν αυτόν τον τύπο του αργαλειού ήταν το πρακτικό μέρος , χωρίς βέβαια να αμφισβητείται καμιά από τις θεωρίες άλλων ερευνητών, επειδή η υφαντική ήταν πανάρχαια εφεύρεση και βρέθηκε και στους προγόνους μας.


Εξαρτήματα του αργαλειού αυτού μιας περιόδου είναι οι τέσσερις φούρκες , δύο μπροστινές κοντές και δύο πισινές πιο ψηλές για να έχει κλίση το στημόνι προς τα εμπρός για καλή ύφανση, δύο ξύλα ίσια τα οποία στηρίζονταν κάπου πάνω από την υφάντρα και τα κάρφωναν στις δύο πισινές φούρκες. Τα δύο αυτά ξύλα είχαν μπηγμένα καρφιά για να είναι υποδοχή σε δύο άλλα ξύλα που έμπαιναν οριζόντια από πάνω τους.


Ξυλότεχνο του αργαλειού. Το πάνω έχει χτένι καλαμένιο για τα υφάσματα χοντρά. Το κάτω έχει χτένι ατσάλινο για υφάσματα λεπτά. Στο πρώτο οριζόντιο κρέμονταν το ξυλόχτενο. Εξάρτημα από δύο τεχνικά κατασκευασμένα ξύλα τα οποία δέχονταν το χτένι. Στο δεύτερο οριζόντιο κρεμούσαν τα Καρέλια τα οποία ήταν προσαρμοσμένα τα μιτάρια. Εκτός από τις τέσσερις φούρκες και τα τέσσερα ξύλινα στηρίγματα, που προανέφερα, όλα τα άλλα εξαρτήματα ήταν τα βασικά εργαλεία του αργαλειού. Όπως το ξυλόχτενο, τα χτένια σιδερένια με ατσαλένιες θυρίδες για την ύφανση ψιλών υφασμάτων και άλλα με ξύλινα πλαίσια, με καλαμένιες θυρίδες για την ύφανση βελεντζών και στρωμάτων. Τα καρέλια, τα μιτάρια, οι πατήθρες, και δύο αντιά. Το ένα παίρνει το στημόνι έχει κεφαλή με τέσσερις τρύπες και ένα βαθούλωμα παράλληλο στο κέντρο στο οποίο μπαίνει μέσα η βέργα στην οποία είναι πιασμένο το στημόνι για να έχει αντίσταση και να γίνει το τύλιγμα. Το δεύτερο αντί έχει και αυτό κεφαλή με τέσσερις τρύπες αλλά έχει άνοιγμα παράλληλο στο κέντρο για να περάσουν στην αρχή οι κλωστές του στημονιού μετά το μπελόνιασμα και στη συνέχεια το υφασμένο κομμάτι για να μπορεί να τυλίγεται στο αντί. Σαν τα δύο αυτά αντιά που ανέφερα με το ίδιο πάχος υπάρχει και τρίτο χωρίς κεφαλή το περαστάρι. Στη μέση από τις πισινές φούρκες στηρίζεται το αντί με το στημόνι και στο ύψος από τις φούρκες πάντα από πίσω στηρίζεται το περαστάρι. Εκεί στηρίζεται το στημόνι αφού προηγουμένως το μπελονιάσουν πρώτα στα μυτάρια και μετά στο χτένι. Για να γίνει το τέντωμα του υφαντού γίνονται οι εξής κινήσεις και επιτυγχάνεται με τα εξής εξαρτήματα:


Τύλιγμα στο αντί με τα καλαμίδια στο στημόνι Στην κεφαλή από το αντί στο οποίο είναι τυλιγμένο το στημόνι μπαίνει ένα ξύλο μακρύ όσο και η απόσταση από την υφάντρα μέχρι την κεφαλή του αντιού. Αυτό το εξάρτημα το λένε πολταριά. Αφού βάλλει την πολταριά στο αντί στην κεφαλή του πρώτου αντιού βάζει ένα εξάρτημα που λέγεται χέρι, με αυτό γυρίζει το μπροστινό αντί μαζεύοντας στην αρχή τις κλωστές μέχρι να τεντώσει το στημόνι. Δένει το χέρι με ένα σκοινί που είναι δεμένο στην φούρκα και ξεκινάει την ύφανση κατ' αυτόν τον τρόπο. Υπάρχουν και άλλα δύο εξαρτήματα τα οποία δεν είναι ογκώδη αλλά είναι πολύ απαραίτητα για την ύφανση. Είναι δύο ξύλινα μικρά τα λεγόμενα καλαμίδια. Αυτά μπαίνουν στο στημόνι μετά το διάσιμο όταν πάνε να το τυλίξουν στο αντί για να κρατάνε το σταύρωμα των κλωστών το οποίο χρησιμεύει να ανοίγουν με τα μιτάρια οι μισές κλωστές προς τα επάνω και οι μισές προς τα κάτω, οπότε γίνεται το στόμα, έτσι το έλεγαν, από το οποίο περνούσε η σαΐτα με το υφάδι το οποίο εγκλωβιζόταν με την αντίστροφη αλλαγή των κλωστών για να πυκνώσει το υφαντό με το χτύπημα του χτενιού με το ξυλόχτενο. Τα χτυπήματα για κάθε σαϊτιά που περνούσε η υφάντρα ήταν ανάλογα με την πυκνότητα του κάθε υφαντού από ένα χτύπημα μέχρι και τέσσερα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου